Η ψυχιατρική συνέντευξη αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της όλης διαγνωστικής εκτίμησης αρχικά, αλλά και όλης της θεραπευτικής διαδικασίας στη συνέχεια, παρ'όλη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί σε διάφορους τομείς, όπως η νευροαπεικόνιση και η νευροχημεία. Όσο πιο ακριβής είναι η διαγνωστική εκτίμηση τόσο πιο κατάλληλο θα είναι για τον ασθενή το θεραπευτικό πλάνο που θα επιλεγεί.
Η ψυχιατρική συνέντευξη αποτελεί μια ειδική μορφή ανθρώπινης επικοινωνίας που δεν αφορά μόνο τη λήψη συγκεκριμένων πληροφοριών, αλλά και την ανίχνευση σημείων προκειμένου να τεθεί η σωστή διάγνωση. Ο στόχος της συνέντευξης είναι η εμπαθητική κατανόηση (δηλαδή η διανοητική και συναισθηματική προσέγγιση και κατανόηση της ψυχικής κατάστασης ενός άλλου ανθρώπου, χωρίς όμως απώλεια της αντικειμενικότητας) του ασθενούς, η οποία είναι ουσιώδης τόσο για τη σωστή διάγνωση όσο και για τη θεραπεία.
Ο ψυχίατρος, ως ειδικός στις διαπροσωπικές σχέσεις, δίνει προσοχή στις συναισθηματικές αντιδράσεις του ασθενούς και στον τρόπο που διαντιδρά με τον ίδιο, διότι ένας βασικός στόχος της αρχικής διαγνωστικής συνέντευξης είναι η οικοδόμηση της θεραπευτικής σχέσης ιατρού-ασθενούς.
Η διάρκεια μιας αρχικής διαγνωστικής συνέντευξης κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 45 και 90 λεπτών, και σε ορισμένες περιπτώσεις όταν υπάρχει δυσκολία διάγνωσης, μπορεί να χρειαστεί και δεύτερη διαγνωστική συνάντηση ή και τρίτη.